Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

Αύγουστος

Η φασαρία που κάνουν τα τζιτζίκια είναι εκκωφαντική. Ανοίγω μάτια. Η πυκνή φυλλωσιά πάνω απ’ το κεφάλι μου κρατάει μακριά τον ήλιο. Μολαταύτα ο ιδρώτας στάζει στο λαιμό μου, στους κροτάφους, στα βλέφαρα, στην ανάστροφη της παλάμης μου. Το μαγιό έχει στεγνώσει πάνω μου. Δεν κινείται τίποτα. Ο Κωνσταντίνος και η Καλλιστώ κοιμούνται αγκαλιά στο γρασίδι παραδίπλα. Το ρακούν κοιμάται στην ψάθινη ξαπλώστρα. Ο Ευθύμης κοιμάται ανάσκελα πάνω στη φαρδιά ξύλινη κουπαστή της σκάλας. Το αδέρφι μου κοιμάται μέσα στην ξύλινη μπανιέρα. Τα πόδια του βέβαια περισσεύουν απέξω. Νιώθω το δαχτυλίδι πολύ βαρύ στο λαιμό μου, αλλά δε μπορώ να το βγάλω. Κρακ. Τα παγάκια λιώνουν μέσα στην κανάτα. Μια ανεπαίσθητη πνοή αέρα χαϊδεύει τα μαλλιά μου που κρέμονται έξω απ’ την αιώρα. Το αλάτι έχει στεγνώσει πάνω μου και το νιώθω στην πληγή του γονάτου μου. Χρειάζεται να επιστρατεύσω όλη μου τη δύναμη για ν’ απλώσω το χέρι και να πιάσω το λάστιχο που κρέμεται είκοσι εκατοστά παραπέρα και ν’ ανοίξω τη στρόφιγγα. Το κρύο νερό τρέχει απότομα πάνω μου και το δέρμα μου το δέχεται λαίμαργα. Ο Ρήγας, ξαπλωμένος στο γρασίδι με το πλάι, με κοιτάει κατευθείαν στα μάτια λαχανιάζοντας. Δε κουνάει το κεφάλι, ανασηκώνει τ’ αυτιά του μόνο. Γυρίζω το νερό καταπάνω του και τον κάνω κι αυτόν μούσκεμα. Σηκώνεται, τινάζεται, ξαναπέφτει με το πλάι και σηκώνει την ουρά του που πέφτει μ’ ένα μικρό γδούπο στο γρασίδι.
Παρακαλώ.
Δεν υπάρχει φασαρία, δεν υπάρχουν ομιλίες, δε χτυπάνε τηλέφωνα, δεν έρχονται mail, δεν περνάνε αυτοκίνητα. Σε δέκα μέρες θα ‘μαστε ένας στην Κύπρο, ένας στην Αγγλία, ένας στο Παρίσι, ένας στο Βερολίνο, ένας στην Ελβετία. Αλλά τώρα όχι. Τώρα εδώ. Κάτω από τη φυλλωσιά, με τα μαγιό και την αλμύρα. Ιδρώνοντας ακίνητοι.
Τέλειο χάσιμο.
Κλείνω μάτια. Η φασαρία που κάνουν τα τζιτζίκια είναι εκκωφαντική.

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

Crash boom bang

Η μελαψή γυναίκα με το τετράγωνο πρόσωπο και τα αυστηρά χαρακτηριστικά κοίταξε επιτιμητικά την κοκκινομάλλα με το λευκό δέρμα και τα βιολετί μάτια.
- Θα το φας το κεφάλι σου.
- Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι; Δεν έγινε και τίποτα.
- Τι λες παιδάκι μου; Θα μπορούσε να είχε καταστραφεί όλη η κοινωνία, το καταλαβαίνεις;
- Άντε καλέ, υπερβολές. Ένα μικρό κολπάκι ήταν, έτσι, για εντυπωσιασμό.
- Άμα ήθελες να κάνεις ένα μικρό κολπάκι για εντυπωσιασμό, ας έβγαζες ένα λαγό από ένα καπέλο. Δε χρειαζόταν να στείλεις μετεωρίτες σε τρεις ηπείρους.
- Μα αφού ήθελα να με προσέξει!
- Έλα, αλήθεια; Πες μου έτσι καλέ να καταλάβω. Και; Σε πρόσεξε; έκανε η μελαψή τύπισσα με εντελώς ειρωνικό ύφος.
Η κοκκινομάλλα αναστέναξε και τίναξε πίσω τα σγουρά μαλλιά της.
- Δε ξέρω.
Η μελαψή γυναίκα ξέσπασε σ’ ένα κακιασμένο γέλιο.
- Μη γελάς τον άξονα της γης μου γαμώ. Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω.
- Ο Από Πάνω τι είπε;
- Τι να πει μωρέ κι αυτός ο ακατοίκητος; Άσε με ήσυχη. Εδώ αλωνίζουν ελεύθερα άλλοι κι άλλοι, με τα μετεωριτάκια μου θα κάτσει ν’ ασχοληθεί;
- Ακούστε κόσμε τη γουρούνα. Πέθαναν άνθρωποι ρε ξεσκέπαστο, το καταλαβαίνεις;
- Άνθρωποι; Ε και; Αφού συνέχεια γεννιούνται καινούριοι, είπε με ειλικρινή αφέλεια η κοκκινομάλλα, που αδυνατούσε να συνειδητοποιήσει ότι ίσως να είχε κάνει κάτι λάθος.
Η μελαψή γυναίκα αναστέναξε με ύφος πλήρους παραίτησης και αμέσως μια σπίθα πέρασε από τα μάτια της.
- Πώς ήταν;
Το πρόσωπο της κοκκινομάλλας έλαμψε από χαρά.
- Καλά κοπελιά, όχι να το παινευτώ, αλλά ήταν το αριστούργημά μου. Ήταν μεγαλειώδες, πολύβουο, καταστροφικό. Χαμός έγινε.

Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

where is my memory?

Ο Sir P., εκτός από γνωστή και τρισμέγιστη κυβερνομούρη, είναι και φιλαράκι μου τα τελευταία δέκα χρόνια. Αρέσκεται ιδιαιτέρως να με ειρωνεύεται για την ασχετοσύνη μου με κάθε είδους ηλεκτρονικές συσκευές. Όχι ότι είναι ψέμματα. Όχι.

Sir P. says:
Είδες; 5 λεπτά μιλάς μαζί μου και είσαι ήδη σοφότερη.
Panda Bear says:
μ.
Sir P. says:
Τι λέει εσύ; Όλα καlaptop εκεί κάτω;
Panda Bear says:
ΟΧΙ
ΚΑΙ ΞΕΡΕΙς ΠΟΙΟς ΦΤΑΙΕΙ
ΕΣΥ ΦΤΑΙς
Που ούτε τη μνήμη δε μπόρεσες να βάλεις στο λαπιτόπι μου
Και τώρα σέρνεται σα χαλασμένη αλωνιστική που θα ήθελε να είναι υπερωκεάνιο
Sir P. says:
Αφού η μνήμη δε έκανε ρε
Panda Bear says:
ΔΕ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ
Sir P. says:
Να έκανε να στην έβαζα
(τη μνήμη)

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

Insomnia...but not quite

Η περασμένη βδομάδα ήταν μες τον πανικό. Νομίζω ότι έχω να περάσω τέτοια βδομάδα πανικού από την τελευταία φορά που είχαμε παραστάσεις.

Βλέπω απαίσια όνειρα τελευταία. Ξυπνάω μούσκεμα στον ιδρώτα και οι μυς μου πονάνε λες και έκανα προπόνηση ώρες ολόκληρες. Πετάω το πάπλωμα από πάνω μου και προσπαθώ να σκουπίσω τον ιδρώτα που τρέχει στο λαιμό, την πλάτη και τα βλέφαρά μου. Περιμένω να ηρεμήσει η καρδιά μου που χτυπάει σαν τρελλή και παλεύω να με πάρει ξανά ο ύπνος. Κάποια στιγμή τα καταφέρνω και κοιμάμαι. Δεν κοιμάμαι δηλαδή ακριβώς, βουλιάζω σ’ έναν ανήσυχο λήθαργο.

Τον βλέπω στα όνειρά μου. Είναι πολύ διαφορετικός. Έχει ξυρισμένα μαλλιά και τρύπες στα αυτιά αλλά όχι σκουλαρίκια. Και στα όνειρά μου δε φοράει μαύρα, αλλά λευκά και γκρι. Κάποιες φορές τον κυνηγάω κι άλλες τρέχω πανικόβλητη να του ξεφύγω. Κάποιες φορές τρέχουμε κι οι δύο μαζί προς κάποια έξοδο που ποτέ δε μπορούμε να βρούμε και παγιδευόμαστε σ’ έναν ατέλειωτο λαβύρινθο από σκαλιστούς ξύλινους τοίχους. Με κοιτάει στα μάτια.

Αναρωτιέμαι αν είναι καλά. Θέλω να πιστεύω ότι είναι καλά.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Θα το βρω...πού θα πάει...

Δεν ξέρω τι κάνω. Σε καμμία περίπτωση. Δεν υπάρχει κανένα σχήμα, κανένα σχέδιο, καμμία προοπτική. Υπάρχουν δηλαδή, αλλά δεν ξέρω αν με αφορούν .
Επίσης δεν ξέρω ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημά μου. Δηλαδή, ξέρω ότι υπάρχει πρόβλημα, δε μπορεί να μην υπάρχει, αλλά δεν ξέρω ποιο είναι.
Δουλεύω πολύ. Μ’ αρέσει, κατά κανόνα το διασκεδάζω, προφανώς δεν αντιλαμβάνομαι τη σοβαρότητα της κατάστασης, το βλέπω ακόμα σαν παιχνίδι. Όπως και όλες τις προηγούμενες δουλειές μου δηλαδή. Είναι ντροπή και αίσχος αυτό; Δε νομίζω. Νομίζω ότι είναι ασπίδα προστασίας. Αμέ.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Μετακόμιση και τσιγάρα

Αντιλαμβάνομαι φυσικά ότι αυτά τα δύο εκ πρώτης όψεως δεν έχουν τίποτα κοινό. Αλλά η αλήθεια είναι ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Βεβαίως. Τα τσιγάρα είναι κόλλημα. Μεγάλο. Η μετακόμιση δεν είναι ακριβώς κόλλημα, είναι αποτελεί ωστόσο ένα Χ πρόβλημα. Όταν η μετακόμιση δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ενώ θέλεις απεγνωσμένα να διαφανεί, τα τσιγάρα αυξάνονται. Όταν η μετακόμιση διαφαίνεται επιτέλους στον ορίζοντα και μαζί της όλο το αγγούρι της υπόθεσης, τα τσιγάρα αυξάνονται περισσότερο. Όταν τελειώνει η μετακόμιση και θες να πάρεις μιαν ανάσα σαν άνθρωπος, θα κάνεις κι ένα τσιγαράκι παραπάνω. Όταν τελειώσει η ανάσα και σκεφτείς με το ακατοίκητο κεφάλι σου ότι είναι πολύ πιθανό η διαδικασία να επαναληφθεί, εκεί να δεις τσιγάρα. Γενικώς το όλο θέμα της μετακόμισης συνοδεύεται από τσιγάρα.

Πάλι γκρινιάζω βέβαια. Δε μπορώ να πω ότι ψάχναμε χρόνια ολόκληρα και δε βρίσκαμε σπίτι, ούτε ότι δεν τα βρίσκουμε μεταξύ μας. Αντιθέτως. Το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι ότι από τον περασμένο Σεπτέμβριο έχω μετακομίσει τόσες φορές που πλέον δεν την παλεύω.
Αθήνα – Γαλλία. Γαλλία – Αγγλία σπίτι 1. Αγγλία σπίτι 1 – Αγγλία σπίτι 2. Αγγλία σπίτι 2 – Αγγλία σπίτι 3. Αγγλία σπίτι 3 – Αγγλία εδώ που είμαι τώρα. Και όλο αυτό μέσα σε διάστημα 14 μηνών. Ήμαρτον!

Ναι. Βαλίτσες και κούτες παντού σε μόνιμη βάση. Ελπίζω τουλάχιστον τώρα οι βαλίτσες να κάτσουν στ’ αυγά τους για λίγο καιρό μπας και συνέλθω.

Το πρώτο βράδυ στο καινούριο σπίτι λίγο έλειψε να τη βγάλουμε στον καναπέ (και οι τρεις) γιατί τα κρεβάτια έκαναν 150 ώρες να έρθουν. Εξαιρετικά διασκεδαστικό. Επίσης το πρώτο Σαββατοκύριακο χάλασα περίπου 10 συρμάτινα σφουγγάρια στην προσπάθειά μου να το κάνω όχι αστραφτερό, απλώς ανθρώπινο και κατοικήσιμο. Οι συγκάτοικοι μάλλον πιστεύουν ότι έχω κάποιου είδους εγγενή ανωμαλία και υποχονδρισμό. Πράγμα που βεβαίως δεν είναι αλήθεια. Απλά έχω μεγαλώσει με τη μάνα μου. Επομένως τίποτα ποτέ δεν είναι τόσο καθαρό όσο θα έπρεπε. Και δεν είναι διαπραγματεύσιμο το θέμα. Οπότε τους τρομοκρατώ συστηματικά. Χοχοχο. Όχι ότι σκοπεύω να τους κάνω σαν τα μούτρα μου – αυτό είναι αδύνατο ούτως ή άλλως.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Pump it up

Κρατάει μια αντλία και ένα σωλήνα και έρχεται κουτσαίνοντας. Ακουμπάει με κόπο την αντλία στο χώμα. Παίρνει ένα νυστέρι και κάνει μια τομή ανάμεσα στους ώμους μου. Ο πόνος με τρελλαίνει αλλά δεν αντιδρώ ούτε γυρίζω να κοιτάξω. Σφίγγω τα δόντια και κοιτάω μπροστά μου τον ήλιο που βασιλεύει. Βάζει το σωλήνα στην τομή και ενεργοποιεί την αντλία. Τα μάτια μου δακρύζουν απ’ τον πόνο και σφίγγω τις γροθιές μου μέχρι να ματώσουν, αλλά δεν κουνιέμαι. Ο σωλήνας ρουφάει όλη μου την ψυχή, όλες τις εικόνες από το κεφάλι μου, όλα όσα με κρατάνε ζωντανή, όλα όσα με κάνουν να πονάω και να γελάω και να θυμάμαι. Όλα εγκαταλείπουν το σώμα μου και διαλύονται στον αέρα σε μια βροχή από βιολετί σταγόνες. Νιώθω το σώμα μου να τραντάζεται, κάθε κύτταρο να σπαράζει. Και μετά βγάζει το σωλήνα και τα βλέφαρά μου βαραίνουν και μουδιάζω. Δε νιώθω τίποτα πια. Οι σταγόνες διαλύονται σιγά σιγά. Γυρίζω να κοιτάξω. Βγάζει το σωλήνα, τον τυλίγει γύρω από την αντλία και φεύγει αργά και με δυσκολία, όπως ήρθε. Μάλλον καταλαβαίνει και γυρίζει να με κοιτάξει. Τα ρούχα του είναι τριμμένα και βρώμικα. Ρυτιδιασμένο πρόσωπο και χέρια και δυο τεράστια υγρά μάτια. «Ανόητο παιδί…» ψιθυρίζει και ξαναπαίρνει το δρόμο. Τι εννοεί; Δεν καταλαβαίνω. Δε νιώθω τίποτα. Κοιτάω τις παλάμες μου και διαπιστώνω ότι είναι ματωμένες αλλά δε θυμάμαι πώς συνέβη αυτό. Λέξεις περνάνε από το κεφάλι μου. Πόνος, ζήλια, αγάπη, θυμός, απόγνωση, απόλαυση, εκδίκηση. Περνάνε από το κεφάλι μου αλλά δε μπορώ να τις συνδέσω με κανένα νόημα.. Δε νιώθω τίποτα. Είμαι άδεια. Και ξεκινάω το ταξίδι προς το ηλιοβασίλεμα.