Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Συμπράγκαλα

Τελευταία νύχτα που είμαι μόνη στο σπιτάκι μου. Αηδόνια έξω. Απαλό κιτρινωπό φως του δρόμου. Ησυχία. Κρασάκι. Μουσικούλα παίζει σιγανά. Ο γείτονάς μου της απέναντι πολυκατοικίας που όλο το χειμώνα τον κατασκοπεύω αλλά δε τον έχω γνωρίσει ποτέ κάθεται ακόμα στο παράθυρο με τη λάμπα και γράφει. Όπως πάντα. Φεύγει κάθε Παρασκευή απόγευμα και γυρίζει κάθε Κυριακή απόγευμα. Πόσο χρονών είναι; Από πού είναι; Πώς τον λένε; Τι δουλειά κάνει; Δε θα μάθω ποτέ…

Το μπουρνούζι μου κρέμεται στο μπάνιο. Ο κίτρινος κάδος μου είναι στο χωλ. Οι αφίσες και οι φωτογραφίες μου στον τοίχο. Τα πολύχρωμα μαξιλάρια από δω κι από κει. Η μικρή μου μάγισσα κρέμεται στο γραφείο και τα σακκουλάκια με το τσάι στα ντουλάπια της κουζίνας. Το ψάθινο πιάτο με τα κεριά στο τραπέζι. Τα γλαστράκια στο κομοδίνο. Τα γάντια και οι μπουτονιέρες μου στην κουρτίνα. Η μικρούλα βιολετί λάμπα δίπλα στον υπολογιστή. Το πορτοκαλί στριφογυριστό τασάκι υπομένει καρτερικά τόνους τσιγάρα. Οι παντόφλες με τους ροζ Σνούπι πεταμένες άτσαλα. Τα άπλυτα στην τεράστια τσάντα κάτω από το γραφείο. Το πάνω ράφι του ντουλαπιού κάτω από το νεροχύτη γέρνει λίγο. Η μισοσπασμένη κούπα σε σχήμα καμηλοπάρδαλης που αρνούμαι να πετάξω. Το φούξια χαλάκι μπάνιου σε σχήμα ψαριού. Το πορτοκαλοκιτρινοκόκκινο πάπλωμα πάντα άστρωτο. Η κυπαρισσί κατσαρόλα. Η καφετιέρα. Η κουρτίνα του μπάνιου με τα δελφίνια. Το ταμπελάκι gone to the beach στο νιπτήρα. Οι μοβ βεντούζες σε σχήμα βάτραχου. Το κουτάκι από φαγιεντιανή που μου χάρισε η Φοίβη, το κερί του ρακούν, η αφιέρωση του Χρήστου. Ο πάπιος από τα παιδικά του Ικέα που χωράει τα πάντα κρεμασμένος στην πόρτα του μπάνιου. Το πρόγραμμα του δεύτερου εξαμήνου. Όλα. Όλα είναι στη θέση τους και σε κατάσταση αναμονής. Έτοιμα να μπουν σε κουτιά και να ξαναφύγουν. Μαζί μ’ εμένα. Προς τα πού πάω;