Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2007

Φόβος

Υπάρχουν κάποιες στιγμές διαύγειας. Λίγες, αλλά υπάρχουν. Στιγμές που ξέρεις ακριβώς ποιο είναι το πρόβλημα. Ξέρεις ακριβώς τι σου τρώει την ψυχή και πώς να το αλλάξεις. Ξέρεις ως δια μαγείας πώς θα ελευθερωθείς και βλέπεις το κάθε βήμα ως την κάθαρση.

Δεν αλαφρώνεις όμως. Τι είναι αυτό βαθιά μέσα μας που δε μας αφήνει να φτάσουμε στην ευτυχία, αν και ξέρουμε πώς; Γιατί, αφού βλέπουμε το δρόμο, φοβόμαστε να τον περπατήσουμε; Γιατί βουλιάζουμε ηθελημένα σ’ αυτό το βούρκο που μας πνίγει;
Δεν ξέρω τι με κρατάει πίσω. Μέσα μου το ξέρω, θέλω περισσότερο απ’ όλα μια καινούρια αρχή, μια σελίδα που θα γράψω εγώ, όχι μια σελίδα που άλλοι έγραψαν για μένα & που τρέχω να προλάβω από συνήθεια, & όχι από επιθυμία.

Φοβάμαι. Αυτό είναι. Φοβάμαι να ορθώσω το ανάστημά μου και να σταθώ στα πόδια μου. Έχω ζήσει όλη μου τη ζωή σα φυτό θερμοκηπίου.

Προσπαθείς να δείξεις στους άλλους ποιος πραγματικά είσαι. Προσπαθείς να δείξεις ότι δεν είσαι αυτό που θέλουν να πιστεύουν. Μερικές φορές θέλω να ουρλιάξω. Μερικές φορές νιώθω ότι ουρλιάζω αλλά κανείς δεν ακούει. Ότι όλοι εθελοτυφλούν πιστεύοντας αυτό που τους αρέσει. Μερικές φορές νιώθω ότι ασχολούμαι μ’ όλα τα προβλήματα του κόσμου εκτός απ’ τα δικά μου. Δε μπορείς όμως ν’ απαιτήσεις από τους άλλους να καταλάβουν κάτι που δε τους αφήνεις να δουν.

Περνάω την εφηβεία καθυστερημένα νομίζω.

Να ‘σαι πάλι. Καιρό είχα να σε σκεφτώ. Τι να κάνεις άραγε, πώς να περνάς; Μέσα μου θα ‘θελα πολύ να σε δω. Μέσα μου ξέρω πως πάντα χαρχαλεύεις στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Δε το παραδέχομαι όμως ποτέ.

Σε μυρίζω…είσαι άραγε κοντά; Με βλέπεις; Με αναγνωρίζεις;