Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Pump it up

Κρατάει μια αντλία και ένα σωλήνα και έρχεται κουτσαίνοντας. Ακουμπάει με κόπο την αντλία στο χώμα. Παίρνει ένα νυστέρι και κάνει μια τομή ανάμεσα στους ώμους μου. Ο πόνος με τρελλαίνει αλλά δεν αντιδρώ ούτε γυρίζω να κοιτάξω. Σφίγγω τα δόντια και κοιτάω μπροστά μου τον ήλιο που βασιλεύει. Βάζει το σωλήνα στην τομή και ενεργοποιεί την αντλία. Τα μάτια μου δακρύζουν απ’ τον πόνο και σφίγγω τις γροθιές μου μέχρι να ματώσουν, αλλά δεν κουνιέμαι. Ο σωλήνας ρουφάει όλη μου την ψυχή, όλες τις εικόνες από το κεφάλι μου, όλα όσα με κρατάνε ζωντανή, όλα όσα με κάνουν να πονάω και να γελάω και να θυμάμαι. Όλα εγκαταλείπουν το σώμα μου και διαλύονται στον αέρα σε μια βροχή από βιολετί σταγόνες. Νιώθω το σώμα μου να τραντάζεται, κάθε κύτταρο να σπαράζει. Και μετά βγάζει το σωλήνα και τα βλέφαρά μου βαραίνουν και μουδιάζω. Δε νιώθω τίποτα πια. Οι σταγόνες διαλύονται σιγά σιγά. Γυρίζω να κοιτάξω. Βγάζει το σωλήνα, τον τυλίγει γύρω από την αντλία και φεύγει αργά και με δυσκολία, όπως ήρθε. Μάλλον καταλαβαίνει και γυρίζει να με κοιτάξει. Τα ρούχα του είναι τριμμένα και βρώμικα. Ρυτιδιασμένο πρόσωπο και χέρια και δυο τεράστια υγρά μάτια. «Ανόητο παιδί…» ψιθυρίζει και ξαναπαίρνει το δρόμο. Τι εννοεί; Δεν καταλαβαίνω. Δε νιώθω τίποτα. Κοιτάω τις παλάμες μου και διαπιστώνω ότι είναι ματωμένες αλλά δε θυμάμαι πώς συνέβη αυτό. Λέξεις περνάνε από το κεφάλι μου. Πόνος, ζήλια, αγάπη, θυμός, απόγνωση, απόλαυση, εκδίκηση. Περνάνε από το κεφάλι μου αλλά δε μπορώ να τις συνδέσω με κανένα νόημα.. Δε νιώθω τίποτα. Είμαι άδεια. Και ξεκινάω το ταξίδι προς το ηλιοβασίλεμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου