Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Ξύπνα

Είμαι πολύ κουρασμένη. Πρέπει να πάρω αποφάσεις. Και γρήγορα. Πήγα στο Λονδίνο και το λάτρεψα. Το σπίτι μου θέλει καθάρισμα. Νιώθω ότι αιωρούμαι στο κενό. Δεν έχω τίποτα να πιαστώ. Δεν πέρασα καλά στην Ελλάδα τα Χριστούγεννα. Απογοητεύτηκα. Πρέπει να φύγω από ‘δω. Τη σιχάθηκα αυτή τη σχολή. Κι είχα έρθει με τόσο ενθουσιασμό…πρέπει να βγάλω επιτέλους τα σκουπίδια. Κουράστηκα να σπουδάζω, είναι καιρός να ζήσω. Μου λείπει η λιακάδα. Θέλω να λύσω τα μαλλιά μου και να βάλω τις πιτζάμες μου. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μου λείπει ο χορός, βλέπω στον ύπνο μου ότι χορεύω μόνη μου στη σκηνή κάτω από έναν προβολέα σ’ ένα τεράστιο άδειο θέατρο. Το ρακούν φεύγει για τρία χρόνια στη Γενεύη. Δεν ξέρω ακόμα αν μπορώ να ζήσω μ’ αυτό. Θέλω ένα πολύωρο αφρόλουτρο. Θέλω πανικό και πυροτεχνήματα. Ακούω τα Φώτα των Archive. Μου θυμίζουν τις πρόβες στο Μουσικό και μου ξεσκίζουν την καρδιά και νιώθω ότι δε μπορώ ν’ αναπνεύσω. Νιώθω την ανάγκη να ουρλιάξω. Ούτε αυτό δε μπορώ να κάνω πια. Ο Δάσκαλος θα γίνει μπαμπάς. Μου λείπει ο Τόμυ. Θέλω χρόνο. Πρέπει να φτιάξω το ποδήλατό μου. Έχουμε την παρουσίαση την Παρασκευή κι έχουμε λιώσει στο διάβασμα. Πρέπει να βρω πρακτική. Πρέπει ν’ αρχίσω την πτυχιακή μου. Πρέπει να περάσω όλα τα μαθήματα, δε θ’ αντέξω να ξαναδώσω στην επαναληπτική. Τι κάνει το αδέρφι μου; Τι κάνει η Μαρίνα; Τι κάνει ο Φάνης; Τι κάνει ο Παναγιώτης; Τι κάνει ο Κωνσταντίνος; Τι κάνει ο Τα Ρε Κομμένα; Τι κάνει η Αίθρα; Όντως…τι κάνει η Αίθρα; Πήγα στη τζενεράλε των παιδιών…μου λείπει το θέατρο, μου λείπει η σκηνή, μου λείπουν οι πρόβες, τα κοστούμια, το μακιγιάζ. Μου λείπει η αναμονή, το τρέξιμο, ο χαμός, η φασαρία, η ακαταστασία στα καμαρίνια. Δε θέλω να πάω για μάθημα αύριο. Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Μου λείπει το άγχος πριν την πρεμιέρα, οι κρυφές ματιές από τα καμαρίνια, η Μαριλένα, η βαριά, τεράστια, σφιχτή, μαύρη μακριά φούστα μου με τις τέσσερις σειρές άσπρα βολάν που κάθε μέρα ξηλωνόταν και κάθε μέρα την έραβα. Μου λείπει ο Χρήστος με τον Αποσπερίτη πριν την έναρξη. Ο Μιχάλης σε ρόλο stage manager.Η Μαρία με το άγχος της, η Στέλλα με τα γέλια, η Σοφία με τις τσαχπινιές. Ο Θέμης και η Ειρήνη αργούν πάντα. Η Μάρω βάφει τον Παντελή. Ο Γιώργος βάζει πούδρα στο στήθος του. Η Φοίβη βάφει τα μάτια της. Η Ευγενία ασπρίζει τα μαλλιά της. Η Ελένη είναι πανέμορφη. Η Κατερίνα έχει φανταστικά μάτια. Βάφω τα μάτια του Χρήστου και του πιάνω με παραμάνα το ζωνάρι. Η Όλγα χαμογελάει. Φτιάχνω ρυτίδες στο μέτωπο της Αθηνάς. Τα μάτια μου είναι βαμμένα μαύρα και βυσσινί, τα χείλη μου κατακόκκινα. Βάζω το τεράστιο λευκό λουλούδι στα μαλλιά μου, κουμπώνω σφιχτά τα παπούτσια του φλαμένκο και ξέρω ότι σε πέντε λεπτά ξεκινάμε. Τελευταία τζούρα, τελευταία μολυβιά, τελευταίο αστείο. Η Μαριλένα λέει σκατά και φεύγει. Ο Μιχάλης λέει όλοι στο κέντρο. Αγκαλιαζόμαστε, κλείνουμε τα μάτια και αναπνέουμε. Δε μιλάει κανείς. Ο Θέμης σβήνει τα φώτα. Ησυχία. Είμαι ένα βήμα πριν την πόρτα της σκηνής. Λύνω τα βολάν της φούστας μου που πέφτουν βαριά στο πάτωμα μ’ ένα θρόισμα. Ο Παντελής μ’ αγκαλιάζει, τον σφίγγω με όλη μου τη δύναμη. Βαθιά ανάσα. Ξεκινάει η κιθάρα και ξέρω ότι ο Χρήστος έχει βγει στη σκηνή και με περιμένει. Ξέρω ότι η σκηνή είναι σκοτεινή και τη φωτίζει μόνο ο γαλάζιος προβολέας. Τη στιγμή πριν βγω ξέρω ότι κρατάω όλο τον κόσμο στο ρυθμό των καρφιών των παπουτσιών μου. Είμαι ελαφριά και μπορώ να καταφέρω τα πάντα. Και θα χορέψω για τα πάντα. Για τη ζωή μου, για τους καημούς μου, για τα όνειρά μου, για τις λύπες και τις χαρές αυτού του κόσμου, για όσα έχουν σημασία, για τους ανθρώπους που αγαπάω και γι’ αυτούς που μισώ, για όσα ήρθαν και για όλα όσα δεν ήρθαν, για το αύριο το σήμερα και το χθες, για τον ουρανό και τη γη και τ’ αστέρια και κάθε ηλιαχτίδα, για το χρόνο που περνάει, για ό,τι δε μπορώ ν’ αλλάξω…έλα…
Ένα βήμα. Βγαίνω στη σκηνή.
Ξύπνα. Πρέπει να βάλω πλυντήριο.